Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2014

Ελληνική εξωτερική πολιτική: Τουλάχιστον ας αποφευχθούν τα χειρότερα

Του Σταύρου Καρκαλέτση*

Όσο ελκυστικό είναι  για την Τουρκία και συγκεκριμένα δυτικά κέντρα να μας σύρουν σε «εφ’ όλης» διαπραγμάτευση για μείζονα εθνικά ζητήματα, όπως το κυπριακό, τον συνακόλουθο «διακανονισμό» για το φυσικό αέριο και το όνομα της FYROM, τόσο εκτός λογικής φαντάζει η αποδοχή τέτοιων μεθοδεύσεων από την Αθήνα, προεκτατικά και τη Λευκωσία.  
Στοιχειώδης  πατριωτικός πραγματισμός επιτάσσει να μην προστρέχεις προς επίλυση «βαριών» εθνικών  ζητημάτων, όταν βρίσκεσαι εκεί που είναι Ελλάδα και Κύπρος σήμερα: Δηλαδή στο ναδίρ! Αν κάποιοι ξεφύγουν από ιδεαλιστικά σύνδρομα και  πολιτικές παραισθήσεις στο Μαξίμου (δύσκολο) και στο ΥΠΕΞ (ακόμη πιο δύσκολο), υπάρχει ακόμη χρόνος. Μη λύσεις και εφεκτική (πλην όμως ενεργός) στάση, είναι σαφώς η προτιμότερη επιλογή, αν είναι να προβούμε σε εθνικές εκπτώσεις.  Κοντολογής, και επί πραγματιστικής βάσης: 


Στην Κύπρο: Σε πρώτο χρόνο, εύσχημος  απεγκλωβισμός  από την –ήδη καρκινοβατούσα- διαδικασία  έναρξης  διαπραγματεύσεων.  Όχι μόνο γιατί ο Έρογλου, και από πίσω ο Νταβούτογλου, ζητούν προκαταβολικά  περίπου τα πάντα, αλλά γιατί  με το επερχόμενο σχέδιο, χαλκευμένο σε υπόγεια εκμαγεία του Λονδίνου και της Ουάσινγκτον, θα εκποιηθεί το δυνατότερο χαρτί της Κυπριακής Δημοκρατίας προς  απεγκλωβισμό από τα μνημόνια: Το φυσικό αέριο.

Οι φωνές που ακούγονται στη Λευκωσία (γνωρίζουμε πως και στην Αθήνα ψιθυρίζονται  τα  ίδια…), όπως του προέδρου του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου, και που δεν αποκλείουν δρομολόγιο του κυπριακού φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας, προσφέρουν κακή, κάκιστη υπηρεσία, σε μια υπόθεση που όφειλε να είναι πανεθνική. Παρεμπιπτόντως,  οι πλέον διαπρύσιοι υπέρμαχοι του σχεδίου Ανάν το 2004, είναι οι  ίδιοι που τώρα υποδεικνύουν τα «οφέλη», αν αποφασίσουμε να «αυτοκτονήσουμε» γεωστρατηγικά, στέλνοντας  ελληνικό  φυσικό αέριο στην Τουρκία!

Το δεύτερο: Σε μια πιο παρεμβατική πολιτική, η Αθήνα θα πρέπει να αποσαφηνίσει προς το Τελ Αβίβ πως δεν υπάρχει  περίπτωση περαιτέρω ενδυνάμωσης  της  μεταξύ τους  σχέσης, αν οι Ισραηλινοί αποφασίσουν να δουν το πράγμα μόνο επιχειρηματικά και  διοχετεύσουν το αέριό τους μέσω Τουρκίας, εξέλιξη που θα προδικάσει ανάλογο δρομολόγιο και για το κυπριακό. Όπως  οι Ισραηλινοί προβαίνουν σε υποδείξεις προς εμάς για το Ιράν και για άλλες χώρες, δικαιούμαστε με τη σειρά μας να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα: Αν θέλουν ενεργειακές και άλλες σχέσεις με την ερντογανική Τουρκία, είναι δικαίωμά τους. Όμως  ο ζωτικός τους διάδρομος προς τη Δύση είμαστε εμείς, Ελλάδα και Κύπρος, και ίσως πρέπει να τους θυμίζουμε πως ενδεχομένως  ο ελληνικός  χώρος είναι πιο πολύτιμος για την ασφάλεια του Ισραήλ, απ’ ότι αντιστρόφως.

Το τρίτο:  Σκληρή, αδιάλειπτη και ανελαστική στάση της Ελλάδος, σε ΕΕ και ΝΑΤΟ, για το όνομα της FYROM. Eίναι μειωτικό για το κύρος της Ελλάδος ο Ευάγγ. Βενιζέλος να εκλιπαρεί τον Γκρουέφσκι  να …δεχτεί το «Δημοκρατία της Άνω Μακεδονίας».  Πριν υποθηκευτεί  εθνικός τίτλος  χιλιετιών και χαριστεί το όνομα της Μακεδονίας στον Νικολά(κη) των Σκοπίων και την παρέα του, αλλαγή πλεύσης τώρα: Ας σκληρύνουμε, μια έστω φορά, τη στάση μας κι εμείς. Εξ’ άλλου το πρόβλημα είναι στην άλλη πλευρά: Η Ελλάδα ούτε περίκλειστη χώρα είναι, ούτε με διάσπαση απειλείται, ούτε μειονότητα της τάξης του 40% διαθέτει (αν και στο μέλλον μπορεί να το δούμε κι αυτό!). Όλα τα παραπάνω είναι βαρίδια των Σκοπιανών, και μια ορθολογική εξωτερική πολιτική της Αθήνας θα όφειλε να τους περάσει το μήνυμα πως η Ελλάδα δεν έχει κανέναν απολύτως λόγο να βιάζεται.  Αυτοί, έχουν! Πολλούς!

Αν διαθέταμε ως Ελληνισμός οραματική  υψηλή στρατηγική, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε  για πιο «προχωρημένα»: Γεωστρατηγικό comeback και εμπλοκή της Ελλάδος στην ανατολική Μεσόγειο, αμυντική και όχι μόνο συνεργασία με Ισραήλ- Γαλλία- Ρωσία, ενεργειακό και αμυντικό «δέσιμο» με την έπαλξη του Έθνους Κύπρο, πολυσχιδή συνεργασία και ανοίγματα ουσίας με χώρες όπως η Αίγυπτος, σύνταξη και υιοθέτηση (επιτέλους!) μιας Βίβλου Πανεθνικής Στρατηγικής, ενός Πανεθνικού (Ελλάδα + Κύπρος + ομογένεια) Στρατηγικού Δόγματος.

Πανεθνική στρατηγική όμως, δεν μπορεί να ασκηθεί από ηγεσίες που διαχρονικά πάσχουν από τουρκοφοβικά σύνδρομα και αντιλαμβάνονται τη σχέση μας με τη Δύση ως υποτελείς της. Η ελληνική εξωτερική πολιτική πρέπει να αποβάλλει τον εκγιουσουφακισμό  που την ταλαιπωρεί, χρειάζεται να διαβάσει λίγο από Θουκυδίδη. Επειδή υπάρχει μια εξαιρετικά καθαρή εικόνα, υπό ποίο πρίσμα και δουλείες οι συμβατικές  ελληνικές πολιτικές ελίτ ασκούν εξωτερική πολιτική , ας διεκδικηθεί τουλάχιστον το αυτονόητο και ας αφεθούν τα «υψηλά» για το μέλλον: Όχι νέες υποχωρήσεις  στην Κύπρο και στην Μακεδονία, αφού θα ανοίξουν άλλες πληγές!  Χειρότερες από αυτές που υποτίθεται πως θα θεραπευτούν...

* Πρόεδρος ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου